Friday, June 15, 2007

Μια χωματερή στην αυλή σας

Υπάρχουν άνθρωποι που ακόμα περπατούν στην Αθήνα. Είτε στο ψιλόβροχο - που πλέον, είναι ό,τι πιο χειμωνιάτικος χειμώνας υπάρχει σ' αυτήν την πόλη - είτε στους τριανταπολλούς ή σαραντάκάποιους βαθμούς που όλο και συχνότερα επιφυλάσσουν οι υπόλοιπες εποχές στους κατοίκους της. Περπατούν, άλλοι βιαστικά, άλλοι ράθυμα, κάποιοι με ωραίο βήμα - κοπέλες που βαδίζουν περήφανες σαν τις πέρδικες - μερικοί κουτσαίνοντας από κάποιο μυοσκελετικό κουσούρι. Οι πιο τυχεροί περπατούν σε παρέες, δύο ή τρεις. Όμως, αρκεί μια ματιά για να συμπεράνει κανείς ένα βασικό στατιστικό δεδομένο του διαβάτη: οι περισσότεροι περπατούν μόνοι. Ο κόσμος του περιπατητή είναι αφεαυτού μοναχικός. Οι διαδρομές σπανίως έστω να τέμνονται, πόσο δε μάλλον να ελίσσονται παράλληλα.

Όταν περπατάς μόνος, υπάρχει Πολύς Χρόνος. Υπάρχει χρόνος που σού διατίθεται σε γεναιόδωρες ποσότητες. Υπάρχει χρόνος για να σκεφτείς. Υπάρχει χρόνος για να αναλογιστείς. Υπάρχει χρόνος για να καταστρώσεις σχέδια, να ονειρευτείς, μέχρι και να διαβάσεις την εφημερίδα σου (προσεκτικά, για να αποφύγεις τις αγκαλιές με στύλους και με άλλους περιπατητές). Κυρίως όμως, υπάρχει χρόνος να παρατηρείς. Παρατηρείς τα πάντα. Το βήμα των άλλων, τους δρόμους, τα σπίτια, τους κατοίκους. Το λίγο ουρανό. Το γίγνεσθαι της Λαϊκής Αγοράς που νομοτελειακά συναντάς αργά ή γρήγορα στις γειτονιές. Παρατηρείς τα λουλούδια όπου τα δεις. Άθελά σου, το μάτι σου πέφτει πάνω τους. Παρατηρείς τους γάτους, τους σκύλους, τις αυλές, τα μπαλκόνια, τις μπουγάδες, τη γωνία μιας οθόνης - μόνιμα αναμμένης, μόνιμα χωρίς κανέναν να την παρακολουθεί - μέσα από τη μισόγερτη μπαλκονόπορτα του ισογείου, στο μπαλκονάκι των δέκα εκατοστών, πάνω ακριβώς στο δρόμο.

Όσους περπατούν στην Αθήνα, τους πνίγει η πόλη. Τα βήματά τους αργά η γρήγορα, θα τους οδηγήσουν άθελά τους στις αλέες, τους κήπους, τα πάρκα. Τους δρόμους με τις ανθισμένες αυλές. Να πάρουν μια ανάσα. Να ανοίξει το μάτι τους, να ξεαγριέψει. Να σταματήσουν να φοβούνται για λίγο ποιο γιωτα-χι θα τους πατήσει. Να σταματήσουν να βλέπουν τον Άλλο ως απειλή. Να πάει και το βάδην καλύτερα.

Έχουν την τύχη, κάποιοι, να ζουν σε περιοχές που έχουν κοντά τέτοια μέρη. Οι Καισαριανιώτες φερ' ειπείν, έχουν την κωλοφαρδία να έχουν δίπλα τους μια όαση πράσινου, την Πανεπιστημιούπολη. Από τους ελάχιστους αδόμητους χώρους στην Αθήνα. Με πεύκα (κι ας είναι και σε θλιβερό βαθμό άρρωστα από βαμβακίαση), ευκάλυπτους, πικροδάφνες, ακακίες. Παράδεισος...

Θα ήταν. Αν κάποιοι δεν διάλεγαν ακριβώς αυτόν το χώρο για να τον κάνουν χαβούζα και χωματερή. Δείτε:


Λάκος με σκουπίδια. Στην Πανεπιστημιούπολη της Αθήνας. Δεν πρόκειται για το προχθεσινό πικ-νικ τίποτα τάχα μου βρωμερών φοιτητών και νεολαίων όπως θα βγουν να σας πουν. Όχι: τα συγκεκριμένα σκουπίδια βρίσκονται εκεί επί δύο με τρία χρόνια, χωρίς κανείς να τα μαζεύει. Σε απόσταση εκατό μέτρων από το κτίριο της Β' Εστίας, είναι σε εξέλιξη η δημιουργία μιας μίνι χωματερής. Γιατί να πάτε στο Γραμματικό; Ελάτε στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας.

Στη χωματερή του ΕΚΠΑ θα μπορέσετε κι εσείς να θαυμάσετε την κατάντια στην οποία θέλει να συντηρεί το Δημόσιο Χώρο η κάθε λογής διοίκησή του. Θα δείτε σπαρμένους λάκους δεξιά-αριστερά να είναι γεμισμένοι με παραχωμένα διάφορα πλαστικά μπουκάλια, αλουμινένια κουτιά, κλπ. Θα δείτε πεταμένους όγκους αφρώδους πολυουραιθάνης, πλαστικές σακούλες κάθε χρώματος και μεγέθους, κάποιες μισοθαμμένες μέσα στο χώμα. Και κάπου εκεί, θα θαυμάσετε και τον παραλογισμό που είχε επισημανθεί από τη στήλη του Π. Μανταίου στην Ελευθεροτυπία, μια υποτιθέμενη αντιπυρική ζώνη, στην οποία κάποιο εργαστήριο του Πανεπιστημίου θεώρησε ότι είχε το δικαίωμα να αδειάσει τόνους ξυσμένης ασφάλτου, που σιγά-σιγά απλώνεται και ανάμεσα στα δέντρα, μετατρέποντας καθημερινά και σταθερά το ελάχιστο εναπομείναν ζωντανό δάσος σε σεληνιακό τοπίο:


Είμαι ένας από τους ανθρώπους που περπατούν στην Αθήνα. Κάθε μέρα, ο δρόμος μου με βγάζει από το συγκεκριμένο σημείο. Είμαι έτσι σε θέση να ξέρω ότι εκεί, τα συγκεκριμένα σκουπίδια παραμένουν ανενόχλητα εδώ και πάνω από δύο χρόνια. Κανείς δεν έχει νοιαστεί. Έχω επανειλημμένα παρακαλέσει υπαλλήλους του Πανεπιστημίου που περιδιαβαίνουν το χώρο να μεταφέρουν στους αρμόδιους μια παράκληση να τα μαζέψουν. Τζίφος.

Καταλαβαίνω ότι οι άνθρωποι στους οποίους αποτείνομαι δεν είναι υπεύθυνοι (είναι π.χ. κηπουροί ή φύλακες και όχι εργάτες καθαριότητας). Αλλά η υπεύθυνη διοίκηση του Πανεπιστημίου, πώς μπορεί χωρίς να ντρέπεται να αφήνει αυτό το χάλι εκεί επί χρόνια; Χωρίς να κάνει τίποτα; Πώς μπορεί το κάθε εργαστήριο θα θεωρεί το δάσος χώρο για μπάζωμα; Πώς μπορεί να υποβαθμίζει ο καθένας ποταπός το ελάχιστο που έχει μείνει να το χαιρόμαστε όλοι και να πλουτίζει την ανάσα μας; Πώς μπορεί να αγνοεί ο Κύριος Υπεύθυνος ότι τα σκουπίδια, ιδίως τα μπουκάλια, μπορούν να προκαλέσουν πυρκαγιά; Πώς γίνεται επί δύο χρόνια ένας υπεύθυνος να μην έχει επισκεφθεί το χώρο; Πώς γίνεται να μην έχει διαμαρτυρηθεί κανένας φοιτητής από αυτούς που μένουν στην παρακείμενη Εστία;

Δεν ξέρω την απάντηση σε κανένα από τα παραπάνω ερωτήματα. Εγώ μόνο να περπατάω ξέρω. Πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα ραγίσει η αντοχή μου. Θα πάω περπατώντας όπως κάθε μέρα εκεί και θα μαζέψω όλο αυτό το σιχαμένο σκουπιδομάνι. Θα βάλω μαζί και όση τριμμένη άσφαλτο μπορώ να μεταφέρω, έτσι για να δέσει το γλυκό, και στη συνέχεια θα τα αδειάσω όλα μαζί στο (σίγουρα απαστράπτουσας καθαριότητας) γραφείο του υπεύθυνου για αυτήν την κατάντια. Εκεί τουλάχιστον κάποιοι εργάτες καθαριότητας θα το περισυλλέξουν.

Ελπίζω μαζί με αυτά να περισυλλέξουν και τον ίδιο τον Υπεύθυνο. Όταν περπατάς, ελπίζεις πάντα για το καλύτερο. Ιδίως όταν περπατάς στην Αθήνα.

No comments: